Οι παλιές αγάπες, λέει ένα τραγούδι των Πυξ-Λαξ, πάνε στον παράδεισο, οι μεγάλες όμως... δεν πεθαίνουν ποτέ Κ.

29.5.07

ΓΙΑ...ΔΕΣ....

Γιά..δες τριγύρω , άνθισε του κόσμου το..περβόλι ,
μυριάδες..τ΄αγριολούλουδα , σκορπίζουν ..ευωδιές..
μα συ, του κάκου , προσπαθείς , το χρυσωμένο βόλι ,
να βγάλεις , μέσα απ' της καρδιάς τις άπειρες..πληγές .

Άκου , η ανάσα τ' αγεριού , πως φτερουγάει..στα φύλλα
π' ανατριχιάζουν , στ' άγγιγμα της σιωπηλής..βραδυάς..
ξυπόλυτη , βγες στη βροχή και ..με τ'αστέρια μίλα ,
και θα σε νοιώσουν , είναι μιά η γλώσσα της..καρδιάς..

Γιά δες..τ' αστέρι π' αγαπάς , το τυχερό σου αστέρι
τι θα σου φέρει , άραγε , ετούτη τη βραδυά..
ένα λουλούδι..να κρατάς , με της καρδιάς το χέρι ,
και θάρθουνε τη νύχτα αυτή ..ονείρατα..γλυκά...

Λιδορίκι 290507 Κ. -

28.5.07

Β Ο Υ Κ Ο Λ Ι Κ Ο.....

Πότε θανάρθει η άνοιξη ,
θανάρθει..καλοκαίρι ,
να περπατήσω τα βουνά ,
ψηλά στις ..κορφοράχες..
να πιώ νερό στα δίστρατα ,
χιονόνερο στις βίγλες
να σιγαρμέξω ευωδιές ,
στα δροσερά λειβάδια ,
κι' ανάλαφρα να κοιμηθώ
στων ελατιών τον ίσκιο...

Να σιγοκλαίει η πέρδικα ,
ν' αγκομαχάει ..ο κούκος ,
κι' ο σταυραητός..περήφανα
να ψηλοαγναντεύει ,
τις στράτες , τ' αγριορούμανα ,
και τις...κοντοραχούλες .

Να πάρω τον ανήφορο
στον έλατο , να φτάσω ,
διαβαίνοντας τις Κορομπλιές ,
Κακόνι και Σπιθάρια ,
πουν' τα Τσιανταίικα μαντριά
κι' οι στρούγκες των Φουσκαίων ,
και να κονέψω , απόγιομα ,
στο Κόκκινο το Χούμα...

Πούχουν μαντριά , ο Τρόχαλος ,
ο Αβγός , κι' ο Αντρεούλας ,
κι' αντάμα να καθήσουμε
στου κονακιού τ' απόσκιο...
- Σίμπα Αντρεούλα τη φωτιά ,
φέρε μας γιοματάρι ,
το κοντοσούφλι γύρναγε ,
μην τύχει και μας...πάρει ...

- Φέρ' το καρβέλι , το τυρί ,
κοσμάρ και ψιμοτύρι ,
και πιάσε κάνα..παλιακό
του τραπεζιού..τραγούδι ...

- Και συ ορέ Μήτσο Τρόχαλε ,
λάλα και τη...φλογέρα ,
και ρίξε με τον ..παλιογκρά
πεντ' έξι στον αγέρα....
ν' ανασαλέψουν τα...σκυλιά
ν' αρχίσουν ν' αλιχτάνε ,
να μαζωχτούνε τ' άγρια
του λόγγου όλα τα ζλάπια ,
να καμαρώσουν ..λεβεντιές
πως πίνουν και..γλεντάνε
να μη χορταίν' τα μάτια τους
να μας ..κρυφοκοιτάνε....

Λιδορίκι ( Γκιώνα ) 020506 Κ . -

25.5.07

Σ Υ Γ Γ Ν Ω Μ Η...

Αγαπημένοι μας , φίλες και φίλοι , ο ...δαίμων του διαδικτύου έβαλε , δυστυχώς , την ουρίτσα του και αλλοίωσε ( μετρικά ) λόγω προκαθορισμένου , κατά πλάτος , χώρου μερικούς στιχους .
Ζητάμε συγγνώμη , ευχαριστούμε...

ΠΕΡΙΜΕΝΟΝΤΑΣ...ΤΟ ΧΕΙΜΩΝΑ....

Γέρνει η ζωή στην αγκαλιά του Οκτώβρη αποσταμένη , φθινοπωριάζει , /
τα φύλλα , κίτρινα , σωριάζονται νεκρά , κάτω στων δέντρων τα ριζά , /
τ’ όνειρο του καλοκαιριού , έωλο , μακρυνό , μέρα τη μέρα ξεθωριάζει , /
κι’ όλα προσμένουν , φοβισμένα , τα σημάδια του χειμώνα , σιωπηλά . /

Πέρα , στο δάσος με τις κουμαριές , δάκρυα κρυσταλλένια , της δροσιάς /
της πρωινής , πολύτιμα πετράδια , παίζουνε με τις πρώτες ηλιαχτίδες , /
αστραφτερά διαμάντια ,σκορπισμένα στην νοτισμένη αγκαλιά της καταχνιάς /
που απλώνεται , σκεπάζοντας της γερασμένης λίμνης τις βαθειές ρυτίδες . /

Τα ξωτικά του Βαρδουσιού , αποκαμωμένα , σέρνουνε το στερνό χορό /στουβασιλιά χειμώνα το γκριζόχρωμο παλάτι , θλιβερά , λαβατωμένα /
καθώς σκορπάει , το φως της μέρας , πυρωμένο , του ήλιου το σπαθί το λαμπερό , /
σκίζοντας , λες , θριαμβευτικά , τα μαύρα σύννεφα πουν’ μαζεμένα . /

Πέρα μακριά , που σμίγει η γη κι’ ο ουρανός , στον τελειωμό της λίμνης , /
ο ποιητής , τυφλός προφήτης , του κόσμου τα μελλούμενα αγναντεύει /
στο σκουριασμένο θρόνο της ζωής , απομεινάρια θλιβερά , μιάς μνήμης /
που ξεθωριάζει διαρκώς , καθώς του Σείριου το φως θεριεύει…. /


Λιδορίκι Φθινόπωρο 2006 . Κ.-

24.5.07

ΜΑ...Σ ' ΑΓΑΠΩ.....

Δεν έχεις τίποτα απ’όσα ονειρευόμουνα,
ξανθά μαλλιά,πράσινα μάτια,η γαλανά.
Δεν είσ’εκείνη που τις νύχτες,σαν κοιμόμουνα,
μαζί σου μ’έπαιρνες,ταξείδια μακρινά..

Δεν είσ’ ο έρωτας εκείνος ο παράφορος ,
σαν καταιγίδα που σαρώνει την καρδιά ,
μα είσαι της αύρας τα’ απαλό σιγοψυθίρισμα ,
που μου δροσίζει τη ζωή κάθε βραδιά .

Δεν έχεις χείλια κοραλλένια, κρινοδάχτυλα
ούτε του κύκνου , τον πανέμορφο λαιμό ,
μα είναι γεμάτη η ψυχή σου ροδοπέταλα ,
και δεν θα πάψω να σου λέω , πως σ’αγαπώ .

21.5.07

ΠΙΚΡΗ...ΑΝΟΙΞΗ...

Δεν πρόφταινα της άνοιξης ,
να κόψω ένα λουλούδι ,
με προσπερνάγαν οι καιροί
λες κι' ήμουν μισερός ,
ακόμα και του αηδονιού
το θεικό τραγούδι ,
μέσα , βαθειά μου , έφτανε
σκοπός ...λυπητερός .

Κάθε που ο Μάης έρχεται ,
πικρό μαράζει φέρνει ,
να λησμονήσω προσπαθώ ,
μ' αυτός με παρασέρνει ,
κι' ενώ τριγύρω ανθοβολούν
χιλιόχρωμα..λουλούδια ,
μένα η ψυχή μου τραγουδάει
τα πιό πικρά,,τραγούδια .

Κάλλιο , μην έρχετ' άνοιξη ,
τα δέντρα μην ανθίζουν ,
τ' αηδόνια να μην κελαιδούν
κάτω στις ρεματιές ,
κι' αυτές της γης οι ομορφιές ,
ας μη την βασανίζουν ,
την πονεμένη μου ψυχή ,
πούχει...λαβωματιές...


Λιδορίκι άνοιξη 2006. Κ .-

Δ Ε Η Σ Η...

Ανοίγω το παράθυρο χαράματα ,
με βαλαντώνει τ’ αηδονιού η λαλιά ,
Θεέ μου, σου κάνω χίλια τάματα ,
γύρνα με πάλι , πίσω , στα παλιά .

Κρατάω την αγκαλιά μου ολάνοιχτη ,
κάθε πουλί κυνηγημένο να χωθεί ,
κι’ είν’ η μπουκιά μου πάντα ανάγγιχτη
νάβρει ο πεινασμένος , να γευτεί

Tους φίλους όλους τους συγχώρεσα ,
τώρ’ απομένει μοναχά ο εχθρός ,
χρόνια το προσπαθώ , μα δεν το μπόρεσα ,
γιατ’είν’ αυτός ο ίδιος μου ο..εαυτός .

14.5.07

ΜΗ ΧΑΣΕΤΕ ΑΥΤΗ ΤΗ ΒΔΟΜΑΔΑ ....

Σας κάνουμε γνωστό , με μεγάλη χαρά και περηφάνεια , πως εξασφαλίσαμε την ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΤΗΤΑ της δημοσίευσης ενός μοναδικού έργου με τον γενικό ( προσωρινό )τίτλο : " ΤΡΙΑ ΠΟΥΛΑΚΙΑ ΣΚΟΥΖΑΝΕ ΨΗΛΑ...ΣΤΟΝ ΚΟΥΚΟΥΡΕΥΤΟ ".
Πρόκειται γιά μιά πολιτικοκοινωνικοοικονομοπολιτισμικοιστορική ραψωπαρωδία των Λιδορικιώτικων....δρώμενων !!! που θα σας συναρπάξη και θα σας σηκώση , λίαν προσεχώς....

Επίσης μιά υπέροχη και πολύ τρυφερή ιστοριούλα απ' την παλιά , όμορφη Λιδορικιώτικη ζωή και όπως πάντα την αλληλογραφία μας , τις ειδησούλες και τα παραλειπόμενα , όλα αυτά .. στα...πεταχτά .....

13.5.07

ΤΟΥ ΧΩΡΙΟΥ ΜΑΣ Η ΠΛΑΤΕΙΑ.....

Στου χωριού μας την πλατεία,
ψησταριές και καφενεία,
καφετέριες και μπαράκια
με μοντέρνα τραπεζάκια ,
και ομπρέλες της... θαλάσσης,
τι να βρεις και.. τι να χάσεις.

Του χωριού μας η πλατεία,
κάποτε είχε....γοητεία ,
ομορφιά... παραδεισένια,
τραπεζάκια μαρμαρένια
και καρέκλες όλο νάζι ,
με πυκνόπλεχτο ραγάζι.

Στου χωριού μας την πλατεία
περασμένα ...μεγαλεία ,
τα διηγείσαι βουρκωμένος ,
νοσταλγώντας πικραμένος,
τις παλιές , όμορφες μέρες
και τις βραδυνές βεγγέρες .

Όλοι οι χωριανοί ενωμένοι ,
κερδισμένοι και χαμένοι ,
στα χαρτιά και στην αγάπη
στων..κομμάτων το κιτάπι ,
όλοι αδέρφια , μιά παρέα ,
κι’ ήταν η ζωή..ωραία .

Τώρα στη μικρή πλατεία ,
που άλλοτ’ είχε μεγαλεία ,
τις βραδυές , τα μεσημέρια ,
άνοιξες και καλοκαίρια ,
τζερτζελέδες , νταραβέρια ,
μαύρα κι’ άραχνα..χαμπέρια .

Συνεχώς ..στριφογυρίζεις
μα κανένα δεν γνωρίζεις ,
φίλοι και γνωστοί...χαμένοι ,
με τα χρόνια... ξεχασμένοι ,
κι’ όσοι γύρω σου περνάνε ,
ούτε που σε χαιρετάνε....

Άχ..καυμένο ..Λιδορίκι...
σε κατάντησαν...τσιφλίκι...

8.5.07

Ο ΜΙΚΡΟΣ ΓΡΥΛΟΣ......

Τις ώρες που με πνίγει η μοναξιά,
που λείπει,ακόμα,ο αδελφός κι ο φίλος,
τα καλοκαίρια μου κρατούσε συντροφιά,
ενας μικρός,παραπονιάρης, γρύλος.

Ποιός ξέρει τάχα τι καυμός τον βασανίζει ,
κι’ αυτόν και μέρα νύχτα τραγουδάει ,
στις χαραμάδες συνεχώς στριφογυρίζει ,
άραγε τραγουδώντας κλαίει η γελάει ;

Μέρες ολόκληρες τον ψάχνω , μα του κάκου ,
ακούω μόνο τη φωνή του , δεν τον βλέπω ,
μ’ αυτός καλά κρυμένος , φαίνεται , από κάπου ,
με συντροφεύει πάντα , όταν λυπημένος στέκω .

Πέρναγαν , έτσι , τα ζεστά τα καλοκαίρια ,
έχοντας πάντα συντροφιά μου αυτό το φίλο ,
ώσπου μιά μέρα μου παγώσανε τα χέρια ,
σαν άκουσα : πατέρα , βρήκα σκοτωμένο ένα γρύλο.....

5.5.07

ΜΟΙΡΟΛΟΙ...

Φέτος , μην έρθει άνοιξη , μην έρθει καλοκαίρι ,
να μην ανθίσουν τα κλαριά , μη λουλουδίσει ο κάμπος ,
μον' να ξεράνει ο πλάτανος , να μαραθεί κι' ο κέθρος ,
κι' οι βρύσες οι δροσόνερες , γιά πάντα να στερέψουν .

Πουλιά μην κελαιδήσουνε , να μην το πουν τ' αηδόνια ,
βουβός ο κούκος στις κορφές κι' ο κότσιφας στα πλάγια ,
κι' απ' την αυγή να σιγοκλαίν οι μαυροπερδικούλες ,
μέχρις αργά το σούρουπο , στου λιάτορα τη χάση .

Χιόνια να πέφτουν τ' αι Γιωργιού , πάγος τ' αι Κωσταντίνου ,
κι' ολόγυρα να βγάζει η γης φαρμακερά βοτάνια ,
να τα βοσκάν τα ζωντανά , του λόγγου τα ζουλάπια ,
να χάνουνε τα λογικά κι' αλλού φωλιές να φκιάχνουν .

Να βγαίνει ο ήλιος σούρουπο , αυγούλα το φεγγάρι ,
να σβύσουν απ' τον ουρανό , αυγερινός και πούλια ,
οπούχ' αδερφό και πούχασα , λεβέντη , παλληκάρι ,
της νειότης και της άνοιξης , το πιόμορφο κλωνάρι .

Αθήνα 8-5-1999 .

1.5.07

ΤΟ ΚΙΤΡΙΝΙΣΜΕΝΟ ΓΡΑΜΜΑ....

Χθες βράδυ , αργά , σ’ένα συρτάρι , ξεχασμένο ,
βρήκα ενα γράμμα σου , παλιό , κιτρινισμένο ,
διαβάζοντάς το εξαγρύπνησα , ως να φέξει ,
κι’έγραφε πάνω : καλοκαίρι εξήντα έξι .

Κάθε σου λέξη , ένα κομμάτι απ’τη ζωή μου ,
τάραξε τα ήσυχα νερά , μεσ’την ψυχή μου ,
με μιάς , ζωντάνεψαν στο νου τα περασμένα ,
στιγμές , αξέχαστες , πού έζησα με σένα .

Χρόνια , στα βάθη της καρδιάς φυλακισμένες ,
φλόγες , στη στάχτη την παλιά παραχωμένες ,
κάποτε πότε 'ομως , σιωπηλά , ξαναγυρίζουν
κοιτάζοντάς με σαν αστέρια που... δακρύζουν .

Χθες βράδυ , αργά , σ'ένα συρτάρι , σκονισμένο ,
βρήκα το πιό 'μορφο κομμάτι της ζωής μου , ξεχασμένο ,
σκόρπιες σελίδες , πού 'χουν στον καιρό αντέξει ,
κι' όλες τους , πάνω γράφουν : καλοκαίρι εξήντα έξι.....