Οι παλιές αγάπες, λέει ένα τραγούδι των Πυξ-Λαξ, πάνε στον παράδεισο, οι μεγάλες όμως... δεν πεθαίνουν ποτέ Κ.

20.2.08

OI MΕΡΕΣ ΤΗΣ ΒΡΟΧΗΣ....


Σαν θάρθουνε οι μέρες της βροχής , οι ευλογημένες ,
στου παραθύρου , όπως πάντα , θα προσμένω το περβάζι ,
κι’ όλες μου οι σκέψεις οι παλιές , οι ξεχασμένες ,
σαν πεταλούδες , θα περνούν στο πρόσωπό μου με τ΄αγιάζι .

Της ρεματιάς τ’ αχνό σιγοκελάρισμα , το θρόισμα των φύλλων ,
η ανατριχίλα απ’ της βροχής το άγγιγμα , στ’ αγέρωχα κλαδιά ,
θα φτάνουν , λες , σαν ψιθυρίσματα , παλιών , χαμένων , φίλων ,
μηνύματα , νοσταλγικά , που στέλναμε σαν ήμασταν παιδιά .

Σαν έρθουνε οι μέρες της βροχής , και δεν θα μ’ εύρουν ,
στου παραθύρου , το φθαρμένο το περβάζι ακουμπισμένο ,
ας προσπερνούν , το παραθύρι μου οι σταγόνες και ας..φεύγουν,
το αντάμωμά μας τούτο , να μη γίνει , ίσως να ΄τανε γραμμένο .- Κ.-

Αθήνα 20-2-08 .

17.2.08

Ο Λ Ο Κ Α Υ Τ Ω Μ Α...

29-8-1944 . Το κουφάρι του καμμένου Λιδορικιού...

ΕΛΕΓΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΨΙΜΟ ΤΟΥ ΛΙΔΟΡΙΚΙΟΥ .

Α' Π Ρ Ο Μ Η Ν Υ Μ Α...

Τρίτη χρονιάρα χάραζε,Τρίτη σημαδεμένη,
μέρα βαριά,βαριά γιορτή,του νηστευτή τ’Αι Γιάννη,
στ’Αυγούστου το τελείωμα και μεσ’στο πυρομάνι,
ποιός τάχατε να πίστευε,τέτοιο κακό να γένει.

Αποβραδίς κι’ολονυχτίς σκούζαν τα χαροπούλια,
και τα σκυλιά ουρλιάζονταν,για το κακό που ερχόταν,
κι’ενώ η Ελλάδα ολόκληρη,κρυφοσταυροκοπιόταν,
για να προβάλει ο αυγερινός,νύχτωσε κι ήρθε η πούλια.

Μέρες, βουβή η ρεματιά , βουβή σαν πεθαμένη,
δεν κελαιδάνε τα πουλιά,μήτε το λεν τ’αηδόνια,
κι’όλα της νύχτας τ’άγρια, ζουλάπια και τρυγώνια,
λουφάζουν μέσα στη βραδιά,πούναι φαρμακωμένη.

Μον’να πουλί , παράξενο ,αλλοιώτικο απο τ’άλλα,
κατάκορφα στον πλάτανο,μοιρολογώντας , κλαίει
μ’ ανθρώπινη , βραχνή , λαλιά,το ριζικό μας λέει,
κι’ αντιλαλάει η φωνή , στου δέντρου την κουφάλα.

Ακούστε οι μεγαλύτεροι , οι γεροντοφτασμένοι,
στείλτε μαντάτο στα χωριά,στην ξενητειά χαμπέρι,
κάντε σταυρό στην Παναγιά,με το δεξί το χέρι,
το Λιδoρίκι θα σβυστεί,τρανό κακό θα γένει.

Όσοι έχουν γιό στην ξενητειά,κόρη αρρεβωνιασμένη,
να συμμαζέψουνε το βιός και τα προικιά αντάμα,
στους Άγιους και το Χριστό όλα να γίνουν τάμα,
γιατ’έρχεται καταστροφή,και γάμος δεν θα γένει.

Όλοι να φύγουν να κρυφτούν,για δεν υπάρχει ελπίδα,
να πάρουν τα πρεπούμενα , κονίσματα , στεφάνια ,
σαν τα ζουλάπια να κρυφτούν στα δάση , στα ρουμάνια ,
όσα ‘πομείναν ζωντανά στην έρμη την πατρίδα .


Στο ρογοβύζι τα παιδιά , οι γέροι ..καρκατσίδα ,
στη μια μασχάλη , το σταυρό , κι’ ένα ξερό καρβέλι,
κι’ένα παγούρι με νερό , και σαν Θεός το θέλει ,
να ξανασμίξει η φαμελιά , μετά την καταιγίδα .....
Λιδορίκι 29-11-06
Σ υ ν ε χ ί ζ ε τ α ι.......

12.2.08

ΣΑΝ ΤΑ ΧΕΛΙΔΟΝΙΑ......



Πέρασαν , λες , σαν το νερό , σχεδόν πενήντα χρόνια ,
τότε που ξεκινάγαμε , αμούστακα.. παιδιά…
στα τέσσερα , του ορίζοντα , σημεία , σαν χελιδόνια
σκορπίζοντας , με όνειρα , κι’ ελπίδες στην καρδιά .

Σαν τις σταγόνες της βροχής , που τις σκορπάει ο αγέρας
σκορπίσαμε ολόγυρα , σε τόπους μακρινούς ,
στον κόρφο ένα φυλαχτό , κι’η ευχούλα μιας ..μητέρας ,
π’ άναβε λαδοκάντηλα , σ’άγιους εσπερινούς .

Χρόνια σκληρά , ολόπικρα , μα και πολυαγιασμένα ,
ζήσανε μικροφαμελιές , ανάστησαν.. παιδιά ,
παντρέψαν ορφαναδερφές , πρόσωπα αγαπημένα ,
μα μείναν πάντα ζωντανές οι πίκρες στην καρδιά …

Τώρα , με γκρίζα τα μαλλιά , την ξενητειά στα μάτια ,
μα την ελπίδα , πάντοτε , φλογάτη στην καρδιά ,
Πατρίδα εδώ , Πατρίδα εκεί , γίναμε δυό… κομμάτια ,
πουλάκια του καλοκαιριού , γυρνάμε στα παλιά… Κ.-

Αθήνα 11.2.08



Αφιερωμένο εξαιρετικά στα ξενητεμένα μας αδέρφια .

11.2.08

A M Π Ο Τ Ε ....



Άμποτε νάταν μπορετό ,
το χρόνο πίσω να γυρίσω ,
να σβήσω κάθε τι παλιό ,
κι’ απ’ την αρχή να ξαναρχίσω .

Άμποτε νάταν μπορετό
όλα τα λάθη μου να σβήσω,
απ’ όλους να συγχωρεθώ
και όλους να τους συγχωρήσω .

Άραγε , θάναι μπορετό ,
προτού , τα μάτια μου να κλείσω ,
μεσ’ τη ζωή να λυτρωθώ ,
κι’ όσα δεν έζησα να..ζήσω ;…....Κ.-

Αθήνα 9.2.08.

ΚΡΥΦΟΙ ΠΟΘΟΙ.....



Όσα κι’ αν σου χαρίσει η ζωή ,
πάντα ένας πόθος σου , ανεκπλήρωτος θα μένει…
βαθειά καταχωμένος στην ψυχή
σαν μια σπιθούλα , μεσ’ τη στάχτη , αναμμένη .

Όσο κι’ αν είναι όμορφη η ζωή σου ,
κάποια γωνίτσα στην ψυχή θα μένει άδεια ,
συχνά –πυκνά θα τριγυρνούν στη θύμησή σου ,
κρυφοί σου πόθοι , σαν φαντάσματα τα βράδια .

Άνοιξες , καλοκαίρια και χειμώνες ,
και τα θλιμμένα δειλινά του φθινοπώρου ,
πανέμορφες , ευωδιασμένες …ανεμώνες
που μαραζώνουν μεσ’ την άπνοια του χώρου .

Για όσα απλόχερα σου χάρισε η ζωή σου ,
έχε βαθειά μεσ’τη ψυχή σου , πάντα , ευγνωμοσύνη ,
κι’ αγάπη , σ’όσους έζησαν τριγύρω σου , μαζί σου ,
πιστά , αφοσιωμένα , δείχνοντάς σου εμπιστοσύνη . ….Κ.-


Αθήνα 10-2-08