Οι παλιές αγάπες, λέει ένα τραγούδι των Πυξ-Λαξ, πάνε στον παράδεισο, οι μεγάλες όμως... δεν πεθαίνουν ποτέ Κ.

30.1.09

TO ΛΙΔΟΡΙΚΙ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑ ΤΗΣ..ΕΛΛΑΔΟΣ..

 

Βαθειά 1927-28 Ανδριτσέικο .

 

Μαγεία !! Χειμωνιάτικο πρωινό της Κυριακής στην πλατεία της  Βαθειάς ....

Ένας καταγάλανος ουρανός , κι’ ένας ήλιος που προσπαθεί ,δειλά-δειλά , να ξεμυτήσει απ΄τον Παλιόραγκο , καλμάροντας , την παγωμένη ανάσα της Γκιώνας και του Βαρδουσιού που κάνει τους Λιδωρικιώτες να χουχουλιάζουν τα χέρια και να κλείνονται μέσα στα καφενεία .

Οι τακτικοί , έχουν αρχίσει από νωρίς να μαζεύονται , τα κονιακάκια κι΄οι καφέδες , δίνουν και παίρνουν , κι΄όλοι ανυπομονούν , να τελειώσει ο παπάς τη λειτουργία , για να πιάσουν δουλειά , α.. όλα κι’όλα οι Λιδορικιώτες είχαμε...αρχές , ποτέ χαρτιά την ώρα της λειτουργίας...

Τα ζευγάρια , έχουν , ήδη , κανονιστε ί , οι θέσεις έχουν πιαστεί , και τα μάτια όλων είναι …

στραμμένα στην εκκλησία , περιμένοντας να δουν τις πρώτες γυναίκες να κατεβαίνουν , για να δοθεί το σύνθημα έναρξης , τα αθλήματα ; πρέφα , δηλωτή , ξερή , ραμί και ,διατί να το κρύψωμεν άλλωστε, καμιά πρεφούλα....καπίκι , έτσι...γιά το.. σκότωμα της..ώρας ( θανάσης , μπιρίμπα , κλπ δραχμοβόρα αθλήματα δεν είχαν ακόμα εφευρεθεί ) , το έπαθλο ; οι καφέδες , τα ουζάκια και το παραδοσιακό λουκμάκι..

Εγώ , περίμενα τον μπάρμπα Σπύρο το Σφέτσο , τον Καλέρη , είχαμε συνεννοηθεί από χθες να συναντηθούμε , για να μου αφηγηθεί ένα παλιό μαθητικό περιστατικό που έκανε το Λιδορίκι ...πρωτεύουσα της...Ελλάδος , ναι ..όπως το διαβάζετε πρωτεύουσα της...Ελλάδος .

Ήρθε , λοιπόν , κάποια στιγμή ο μπάρμπα Σπύρος , με ανασηκωμένο το γιακά του πανωφοριού του , με την , κλασική , τραγιάσκα και το κασκόλ του , κι’αφού παράγγειλε το καφεδάκι του και ξανάσανε λιγάκι , άρχισε να μου αφηγείται το περιστατικό , που - σημειωτέον – αναφερόταν στις πρώτες 10 ετίες του 20ου αιώνα όταν ο ίδιος πήγαινε στην πρώτη τάξη του Γυμνασίου .

Εκείνη την εποχή , αλλά και μέχρι και τη 10ετία του 1970 , τα παιδιά απ’όλα τα χωριά της επαρχίας μας , έρχονταν στο Γυμνάσιο του χωριού μας , νοίκιαζαν , δυό – τρία μαζί δωμάτιο , και έμεναν στο Λιδορίκι , ενώ κάθε Κυριακή πήγαιναν στα χωριά τους γιά ...ανθράκευση , το ψωμί της βδομάδας δηλαδή , λίγο τυρί , λίγες ελιές και , σπανίως , και κανένα κοψίδι , έτσι γιά να λιγδώνει τ’ άντερό τους , δύσκολη η ζωή τότε , λεφτά δεν υπήρχαν , αλλά τα παιδιά που ήθελαν να μάθουν γράμματα.....μάθαιναν , κάτω από πολύ άσχημες , βέβαια , συνθήκες αλλά μάθαιναν..

Η επικοινωνία , τότε , ήταν υποτυπώδης έως..ανύπαρκτη ,συγκοινωνίες δεν υπήρχαν και οι Κυριακάτικες επισκέψεις των παιδιών στα χωριά τους , γίνονταν , φυσικά , με..ποδαρόδρομο και μάλιστα πολύωρο , εξαντλητικό , κι’όμως το όνειρο των παιδιών , απ’όλα τα χωριά της επαρχίας , ήταν – τελειώνοντας το Δημοτικό – να πάνε στο Γυμνάσιο , στην πρωτεύουσα , στο Λιδορίκι .

Όσα παιδιά λοιπόν πήγαιναν στην τελευταία τάξη του Δημοτικού , άκουγαν συνέχεια τους συγγενείς αλλά και τους χωριανούς να τους...μακαρίζουν : άντε τυχερέ , του χρόνου θάσαι στην πρωτεύουσα , ποιός στη χάρη σου , θα γίνεις πρωτευουσιάνος , τυχερέ....

Ο μπάρμπα Σπύρος βέβαια ήταν στ’αλήθεια τυχερός , αφού ήταν Λιδορικιώτης και δεν θα χρειαζόταν να...ταλαιπωρηθέι για να πάει στο Γυμνάσιο , όπως τα παιδιά των γύρω χωριών.

Ήρθε λοιπόν ο καιρός , τέλειωσαν το Δημοτικό και ο μπάρμπα Σπύρος , παιδάκι τότε , μαζί με ένα τσούρμο παιδιών , απ’ τα χωριά , γράφτηκαν στην πρώτη τάξη , έγιναν πρωτάκια , καμάρωναν γι’αυτό , σαν γύφτικα σκεπάρνια , έννοιωθαν σαν να άλλαξε η ζωή τους , ας μην ξεχνάμε βέβαια ότι τα παιδιά τώρα ζούσαν στην ....πρωτεύουσα , λίγο τόχεις...

Ξεκίνησαν λοιπόν τα μαθήματα , όλα όμορφα κι’ ωραία , τα παιδιά δυσκολεύτηκαν λίγο στην αρχή μέχρι να προσαρμοστούν στην καινούργια τους ζωή και μάλιστα στην...πρωτευουσιάνικη , όλα όμως βρήκαν το ρυθμό τους και δούλευαν...ρολόι , πέρασε λίγος καιρός κι’άρχισαν και τα πρώτα πρόχειρα διαγωνίσματα , εκεί λοιπόν , στο πρόχειρο της γεωγραφίας συνέβη το...ανεπανάληπτο ..

Ο καθηγητής τους , ζητούσε να γράψουν την πρωτεύουσα της Ελλάδος και τις κυριότερες πόλεις της , έγραψαν λοιπόν τα παιδιά και περίμεναν δυό – τρεις μέρες να διορθωθούν τα γραπτά και να μάθουν το βαθμό που πήραν , πράγματι ένα πρωί ο καθηγητής , τους είπε ότι διόρθωσε τις κόλες και θα τους έλεγε τους βαθμούς , έτσι κι’έγινε , αλλά πριν αρχίσει η ανακοίνωση των βαθμών ο καθηγητής τους είπε , μισογελώντας , ότι θα τους διαβάσει το γραπτό ενός συμμαθητού τους που παρουσίαζε εξαιρετικό...ενδιαφέρον .

Όλοι τότε περίμεναν να δούνε τίνος είναι το γραπτό και τι είναι το τόσο ενδιαφέρον που γράφει ,

άρχισε λοιπόν ο καθηγητής να διαβάζει το γραπτό ενός Κροκυλειώτη – αν θυμάμαι καλά – μαθητή που , ούτε λίγο – ούτε πολύ έγραφε : Πρωτεύουσα της Ελλάδος είναι το..Λιδορίκι , άλλες μεγάλες πόλεις : Αθήνα , Πάτρα , Θεσσαλονίκη κλπ. Όλοι έμειναν ξεροί , για λίγο και μετά επακολούθησε πανδαιμόνιο , απ’τις φωνές και τα πειράγματα των πιτσιρικάδων , ενώ ο Κροκυλειώτης ο ταλαίπωρος κατακόκκινος δεν εύρισκε τόπο..να κρυφτεί .

Έτσι λοιπόν , έστω και γιά λίγο , το χωριόμας ανακηρύχτηκε ...επισήμως Πρωτεύουσα της ...Ελλάδος ……Κ.-

29.1.09

ΤΟ ΜΑΤΙΑΣΜΑ ΤΗΣ..ΑΣΠΡΟΥΛΑΣ…

 

 

Ασπρούλα

 

   Χειμώνας καιρός στο Λιδορίκι , πάντα στην ονειρεμένη 10ετία του 60 , κρύο ,ασταμάτητη βροχή , κι΄οι νύχτες ..ατέλειωτες.

   Ευτυχώς την εποχή εκείνη είχαμε μιά υπέροχη παρέα , που απαρτιζόταν από νεαρούς Δημοσίους υπαλλήλους , κυρίως καθηγητές , που ξεκίναγαν την σταδιοδρομία τους ( με πολλή-πολλή δυσφορία και γκρίνια ) …στο χωριό μας.

   Δύσκολη πράγματι η ζωή τα χρόνια εκείνα , για τους νεοδιοριζόμενους,λίγα τα λεφτά , μακρινή η απόσταση απ΄την Αθήνα ( μια μέρα δρόμος σχεδόν ) , κι έμενε μια Κυριακή , που δεν έφτανε ούτε μέχρι τους ..Δελφούς να πάνε , για αυτοκίνητα Ι.Χ ούτε κουβέντα να γίνεται,ήταν μέσα στα όνειρά μας βέβαια,που όμως μένουν πάντα όνειρα…

   Η συνηθισμένη παρέα : Σταύρου Θεοδωρος , φιλόλογος , Θεοδώρου Δημήτριος , επίσης , Ρωμανού Ελένη , μαθηματικός , Καραπετσάνος Ιωάννης , γυμναστής , Καραχάλιου Ζωή , φιλόλογος , Κουτάντου Ειρήνη , φυσικός , Καγκάλου Βιολέτα , υπάλ.ΑΤΕ , Εφεντάκη Μαρία , υπάλληλος παιδικού σταθμού (νηπιαγωγός) , Μπαλαλλώτη Έλλη , μαθηματικός , Χριστοπούλου Ελένη , φιλόλογος ,Τάσσιος Νικόλαος , κτηνίατρος , αργότερα προστέθηκε και η Ζαλώνη η Καίτη , η κυρία Γαλλικού , μετέπειτα σύζυγος του Δημ.Θεοδώρου .

   Από τους πιο πάνω μόνο η Ελένη η Χριστοπούλου και ο Γιάννης ο Καραπετσάνος ήταν παντρεμμένοι , όχι…μεταξύ τους , και όλοι οι άλλοι ...υποψήφιοι γαμπροί και νύφες , βέβαίως..βεβαίως..

   Θα πρέπει να τονίσουμε ότι , στην ευρύτερη παρέα , υπήρχαν και άλλοι Λιδορικιώτες και ..μη ,αλλά αναφέρθηκα στους αποκλειστικούς , τους …κολλητούς όπως λέμε , με τους οποίους κάθε βράδυ , σχεδόν , είμαστε μαζί.

   Το πως περνούσαμε τα βράδυα μας εύκολα μπορεί να το μαντέψει κανείς , μεζεδάκι στις ταβέρνες , του Γούρα , στη Βαθειά ,του Αναγνωστόπουλου ( Κοτίνου) , στο Αλωνάκι , και πολλές φορές στην Άμυγδαλιά , την Πεντάπολη , και το ονειρεμένο Κάλλιο , τις περισσότερες όμως βραδιές τις περνούσαμε στα σπίτια μας , μιά στόν ένα , μιά στόν άλλο , ακούγοντας μουσική ,τραγουδώντας και χορεύοντας .

   Τις εθνικές γιορτές , αλλά και τις Κυριακές , όχι πάντα , πηγαίναμε στη θεία λειτουργία , και μετά - καιρού επιτρέποντος - περνούσαμε όλο το πρωινό στην πλατεία της Βαθειάς , κάτω απ΄τον πλάτανο , αραχτοί , κάναμε τις ...δημόσιες σχέσεις μας , …ροκανίζοντας την ώρα , μέχρι να πάμε για φαγητό.

   Εκείνη τη χρονιά λοιπόν , είχαμε βαρυχειμωνιά , κρύο , βροχές και πολλά-πολλά χιόνια , τα βράδια μας , όπως προανέφερα , τα περνούσαμε στα σπίτια ,.και κυρίως στο δικόμας , τοΚαψαλέικο , αφού εμείς , ο αδελφός μου α Γιώργος κι΄εγώ , είμαστε ντόπιοι , οι άλλοι της παρέας , είχαν νοικιάσει δωμάτια ( μερικοί δε σαν οικότροφοι , φούλ η …ντεμί πανσιόν όπως λέμε στα… ελληνικά ) σε διάφορα σπίτια , που ήταν μάλιστα και ..δυσεύρετα.

   Μόνο ο Δημήτρης ο Θεοδώρου , κι΄ο Θόδωρος ο Σταύρου είχαν βρεί δωμάτια στο ίδιο σπίτι , και βολεύτηκαν μιά χαρά..

   Η σπιτονοικοκυρά τους η θειά Μαρία η Αβγογιάννενα,κατά κόσμον Μαρία συζ.Ιωάννου Στρούζα,ήταν μια καλοσυνάτη,ηλικιωμένη γυναίκα , που τους είχε σαν παιδιά της,αφού τα δικά της , τρία κορίτσια κι΄ένα παιδί,όπως λέγαμε κι ίσως και λέμε ακόμα στο Λιδωρίκι,ήταν μεγάλα ( τα κορίτσια παντρεμμένα ) και είχαν φύγει απ΄το χωριό.

   Η θειά η Μαρία λοιπόν , τους είχε στα ώπα-ώπα , με το φρέσκο το γάλα , απ’ τη γίδα της , με τα… κοτίσια τα αβγά τους , το ζυμωτό ψωμί (..ζύμωναν ακόμα οι Λιδωρικιώτισσες…) το.. αλανιάρικο κοτοπουλάκι , κι΄όλα τα καλά του Θεού , αλλά και τα παιδιά , όλοι είχαν να το πούν , την είχαν σαν μάνα τους , κι΄ακόμα καλλίτερα ,α.. το σωστό να λέγεται….

   Εκείνο τον καιρό , η θειά η Αβγογιάννενα , εκτός απ΄τις κότες , κάνα δυό αρνιά , μανάρια , για τη Λαμπρή , τη γίδα , και τα καματερά της τα ζωντανά , είχε και μιά δεύτερη γίδα , κάτασπρη , με… μουστάκια , γενάκια , και μακριά μεγάλα αυτιά , μαλτέζα , για έχα ,όπως έλεγε.

   Την είχε παρμένη , μικρή κατσικάδα ,την περασμένη χρονιά , απ΄την Αγροτική Τράπεζα , που έφερνε , τότε , οικόσιτα ζώα βελτιωμένης ράτσας για αναπαραγωγή .

   Η ασπρούλα μας λοιπόν , ήταν βέρα …Ολλανδέζα Ζάανεν, και με ..διαβατήριο που λένε….

   Δεν μπορώ να θυμηθώ πως την έλεγε,θυμάμαι μόνο ότι την είχε σαν μοναχοκόρη της , καθαρή , περιποιημένη , καλοταισμένη , με το ωραίο της κουδουνάκι περασμένο σε δερμάτινο λουρί , κούκλα πραγματική , μόνο φόρεμα δεν της είχε φτιάξει , κι΄όλο την κοίταγε και την καμάρωνε , φτύνοντάς την για να μη της την ματιάσουν..

   Σα χρόνιασε λοιπόν η ασπρούλα , άρχισε και η θειά η Μαρία την ιδιαίτερη περιποίηση , αλάτι στα πλύμματα , κλπ , και μόλις φάνηκαν τα πρώτα σημάδια (σημάδεψε όπως λένε ) , ότι δηλαδή , ήρθε ο καιρός να αρχίσει η διαδικασία της αναπαραγωγής ( ο μαρκάλος ) ,άρχισε και η γκρίνια με τον μπάρμπα Γιάννη: ταχειά να πάς τη γίδα στον τράγο , ήρθε η ώρα…

   Το ‘πε , το ξανάπε , τι να κάνει κι ο μπαρμπα Γιάννης , πήρε την ασπρούλα , σαν καλός νοικοκύρης , και την πήγε δυό-τρείς φορές στον τράγο , για να ησυχάσει κι΄απο τη γκρίνια.

   Δόξα τω Θεώ όμως , όλα πήγαν κατ΄ευχήν , τα μασταράκια της ασπρούλας βαρύναν λίγο , σημάδι αλάνθαστο , πως οι επισκέψεις στον.. τράγο έφεραν αποτέλεσμα και η θειά Μαρία ήταν στην τρελλή χαρά , που η...μικροκόρη της ήταν γκαστρωμένη…και να οι ..έξτρα περιποιήσεις , το..ξεχωριστό φαί , κι’ όλα τα πρεπούμενα για μια..έγκυο …

   Όλα λοιπόν πήγαιναν μια χαρά , η κοιλιά της Ασπρούλας ..φούσκωνε , κι’ η θειά Μαρία ..κρυφοκαμάρωνε , το ‘χε ..κρυφή χαρά , και μάλιστα , από μόνη της , έλεγε και ..ξανάλεγε πως η ..Ασπρούλα της θα κάνει..διπλάρ’κα , τουτέστιν…δύδυμα , παρακαλώ…

   Πέρναγε ο καιρός , είχαμε μπει για καλά στο χειμώνα και πλησίαζε ο καιρός να γεννήσει και η Ασπρούλα , πούχε ..αφρατέψει , τα μασταράκια της κρέμαγαν κι’ είχε αρχίσει να ..βαραίνει , εμείς όλοι , όταν πηγαίναμε στο σπίτι στους φίλους μας , και βλέπαμε την ασπρούλα , γιατί ήταν πάντα στην αυλή , τη χαιρόμασταν , την καμαρώναμε και φυσικά τη..φτύναμε μη την ματιάσουμε , για το ..μάτι , που λένε , βέβαια η θειά Μαρία ε’ίχε παρμένα και τα..μέτρα της , για ..πάσα ..ενδεχόμενο , που λένε , και το ματόχαντρο της είχε κρεμασμένο , και ποιός ξέρει και ποιο άλλο..αντίδοτο , για το ..μάτι , έτσι για να ‘ναι..εξασφαλισμένη…

   Βαρύς ο χειμώνας εκείνη τη χρονιά , θυμάμαι , πολλά – πολλά τα χιόνια και το κρύο ..αβάσταχτο , και μη σκεφτείτε πως υπήρχαν..καλοριφέρ και τα..παρόμοια , όοχι , κάνα..τζάκι , στο κάθε σπίτι , τι να πρωτο..ζεστάνει , και ποιος να πρωτοζεσταθεί , η θειά Μαρία όμως τα φρόντιζε τα ..παιδιά της , τους είχε ένα..μαγκαλάκι , φκιαγμένο στο φαναρά , τον Αλεξίου , όχι τίποτα σπουδαίο , αλλά τη δουλίτσα του την ..ψευτοέκανε , πάντα με τη φροντίδα τη συνεχή της θειάς Μαρίας ..και βέβαια είχε και το..θερμαντικό της , τον τραχανά , και τι τραχανά , φκιαγμένο με τα χεράκια της , με ολόπαχο φρέσκο-φρέσκο γάλα , και διαλεχτό μπουλουγούρι (..πληγούρι κατά τους…Ευρωπαίους !! ) , έφκιαχνε λοιπόν κάτι τραχανόσουπες , στο τζάκι , με μπόλικο τυράκι και λίγο φρέσκο ωραίο..βούτυρο , άιντε..ντε , να γλύφεις και τα δάχτυλά σου , και εδώ που τα λέμε πολλές φορές μας κράταγε και μας εκεί για ..τραχανοφαγία , και φυσικά δεν ..αρνιόμασταν…

   Μια Κυριακή λοιπόν , θα πρέπει να ήταν του Αγίου Ιγνατίου , που ήταν ο πολυούχος του χωριού μας και φυσικά και τοπική αργία , αλλά ..δεν ξέρω γιατί και πως , του κάναν …έξωση , θα πηγαίναμε όλοι στην εκκλησία , οι υπηρεσίες ήταν κλειστές , συνεννοηθήκαμε λοιπόν απ’ το βράδυ , μετά την ..τραχανοσουποφαγία , όποιοι ετοιμαστούν πρώτοι να περάσουν να πάρουν και τους άλλους , έτσι κι’ έγινε ο αδερφός μου και γω , ετοιμαστήκαμε και πήγαμε απ’ το Αυγογαννέικο να πάρουμε το Θόδωρο και το Μήτσο .

   Μπαίνοντας στην αυλόπορτα , είδαμε τη θειά Μαρία να..χαιδολογάει την ασπρούλα , που έιχε μπει στις..μέρες της , μας καλοδέχτηκε , μας ευχήθηκε ..βοήθειά μας , και μεις ως..έπρεπε , φτύσαμε για πολλοστή φορά την ασπρούλα , βγήκαν και οι φίλοι μας και τραβήξαμε για την εκκλησία ..

   Σχολώντας η εκκλησία , κάτσαμε σε κάποιο μαγαζί , σκοτώνοντας την ώρα μέχρι να πάμε για φαγητό , κι όλα καλά κι’ ωραία..έφτασε η ώρα για φαί και χωρίσαμε με τους φίλους και πήγαμε στα σπίτια μας…

   Τ’απόγευμα όμως , νωρίς – νωρίς , να σου οι φίλοι μας στο σπίτι μας , κάπως..κατσουφιασμένοι , κάπως..τέλος πάντων , κάθησαν κα μετά από λίγο μας ανακοίνωσαν πως δυστυχώς ..χάσαμε την ..ασπρούλα , αμέσως ρωτήσαμε , πως ; γιατί ; από τι ;..Έσκασε από κακό..μάτι ..είπε η θειά Μαρία , μας είπαν οι φίλοι μας , και τους είδαμε λιγάκι ..κουμπωμένους , σαν κάτι να’ θελαν να πουνε και παραπέρα…και μετά από ..ελαφρά πίεση , μας εκμυστηρεύτηκαν πως η θειά Μαρία , είναι κατασκασμένη , και κακοπαθιέται , και με το δίκιο της βέβαια , αλλά αυτό που μας πάγωσε , ήταν το ότι πίστευε πως την ασπρούλα την είχα ματιάσει εγώ , που είμαι…σμιχτοφρύδης , μάλιστα , επί λέξει τους είχε πεί : « Την ..έσκασε ο Κώστας , με τα σμιχτά τα..φρύδια , είναι..ολοφάνερο …» . Τα χάσαμε , και περισσότερο εγώ , γιατί αγαπούσα τη θειά Μαρία , ήμασταν οικογενειακοί φίλοι , και με τα παιδιά της φίλοι , αλλά αγαπούσα και την ασπρούλα , τη χαιρόμουνα και την ..καμάρωνα…

   Τελικά η προσπάθειά μου να δώσω κάποιες..εξηγήσεις στη πονεμένη τη θειά , πως δεν έφταιγα εγώ , για το θάνατο της ασπρούλας , και πως αντιθέτως την γαπούσα , και την πρόσεχα , η θειά Μαρία έμεινε μ’ αυτή της την πίστη , πως εγώ τη μάτιασα , που είμαι και…σμιχτοφρύδης , κι ‘ εδώ που τα λέμε δεν ‘ηταν και η..μόνη που πίστευε κάτι τέτοιο …

   Η ουσία όμως ήταν πως για καιρό , η θειά Μαρία , δεν μου ..καλομίλαγε , με..απέφευγε , δεν μπορούσε φαίνεται να το..χωνέψει , ούτε κι’ εγώ βέβαια , απ’ τη μεριά μου , αλλά δυστυχώς δεν μπορούσα να κάνω και κ΄λατι , για να..ομαλοποιήσω την κατάσταση , βέβαια..ο ..γιατρός..χρόνος , σιγά – σιγά..βόηθησε , και η παρεξήγηση αυτή ..εκτονώθηκε..λύθηκε , και όλα ξανάγιναν όπως πρώτα , όμορφα κι’ ωραία , μόνο που εμένα μού ‘μεινε καρφωμένη στο μυαλό η ερευνητική..ματιά της θειάς Μαρίας , όταν διαπίστωσε πως ήμουνα..σμιχτοφρύδης ……..Κ.-

 

Λιδορίκι 230306

Αθήνα 280109

27.1.09

TO ΠΑΛΙΟ..ΑΚΚΟΡΝΤΕΟΝ ..




ΕΚ ΒΑΘΕΩΝ...


Όλα τα σβύνει ο..καιρός

κι' ο χρόνος τα..γιατρεύει ,

μα η αγάπη η αλύτρωτη ΄

όσο γερνάει..θεριεύει ....


Δύσκολη , πολύ δύσκολη η προχθεσινή βραδιά φίλοι μου , δύσκολη , πικρή κι' αξημέρωτη , από κάποιο γειτονικό διαμέρισμα , που γιόρταζαν , προφανώς , έφτανε η γλυκειά αλλά και..φαρμακερή , γιά μένα , από ένα ακκορντεόν , μάλιστα , ακκορντεόν , που ενώ με ..συγκινεί , μ' αρέσει , το ..χαίρομαι πραγματικά , παράλληλα με..πληγώνει αβάσταχτα ..

Πάνε..πενήντα τέσσερα ..χρόνια , 17-7-1955 , που η μοίρα μούδειξε το πιό σκληρό της πρόσωπο , κι' ήμουν παιδί ακόμα , δωδεκάχρονο , όταν σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικο δυστύχημα ο πατέρας μου , ανήμερα της Αγίας Μαρίνας , κι' αυτό τ' αγκάθι που καρφώθηκε στην παιδική ψυχή μου , ακόμα με πονάει , ματώνει και δεν τα κατάφερα μέχρι σήμερα να το βγάλω....

Ξέρετε , αυτά τ' αγκαθάκια που πληγώνουν την ψυχή μας , κι' αν δεν καταφέρουμε να τα κάνουμε ...τριαντάφυλλα , μας φαρμακώνουν τη ζωή , μα είναι άραγε εύκολο να τα ξεριζώσουμε ; δεν ξέρω , εγώ πάντως χρόνια τώρα , το προσπαθώ μα , δυστυχώς , τίποτα δεν έχω καταφέρει.....

Δεν είναι , βέβαια , το μοναδικό αγκάθι στην ψυχή μου , υπήρχαν κι' υπάρχουν κι' άλλα , μερικά κατάφερα , με πόνο , να τα...ξεκαρφώσω , σε άλλα...μαλάκωσα τον πόνο , αυτό όμως με πληγώνει και με πονάει σαν νάταν χθες.....Σε μιά στιγμή , σε μιά μέρα έχασα τον πατέρα μου και έσβησε το πιό όμορφο το πιό γλυκό όνειρό μου , μαζί με το χαμό του.....Χθες βράδυ , στις δύσκολές μου ώρες σας είχα όλους γύρω μου , κοντά μου , χθες γιά πρώτη , ίσως , φορά μάντεψα το πρόσωπό σας , τον χρώμα των ματιών σας , σας είχα όλη νύχτα συντροφιά μου , έτσι βουβά , σας γνώρισα ένα- ένα όλους τους άγνωστους , μακρινούς φίλους που τους είχα ανάγκη και μου...συμπαραστάθηκαν....έστω και...νοερά....και διαρκώς στο νου μου ερχόταν μιά μακρινή μελαγχολική μελωδία από ένα ακκορντεόν....

Ναι , ένα παλιό μικρό ακκορντεόν , αγαπημένοι μου φίλοι , ήταν και είναι κι' αυτό ένα αγκάθι στην καρδιά μου , αυτό το υπέροχο όργανο που όσο με ...ταξειδεύει με τη γλυκειά , νοσταλγική του φωνή...τόσο με..πληγώνει και με πονάει...αξίζει , νομίζω , να σας διηγηθώ την μυστική μου...πληγή , το μυστικό μου το παλιό , το παιδικό , που ακόμα μου φαρμακώνει , φορές-φορές τη χαρά ....

Γεννήθηκα φαίνεται με...κουσούρι , ένα πανέμορφο κουσούρι που ευτυχώς γεμίζει τη ζωή μου , ειδικά στις δύσκολές ώρες , ποιό είναι ; η μουσική , ναι φίλοι μου η μουσική , είναι η μεγαλύτερη ανάγκη μου στη ζωή , κι' από μικρός , μεγαλώνοντας στο Λιδορίκι που δεν υπήρχαν δυνατότητες να μάθω μουσική , πάλευα μόνος με μιά φυσαρμόνικα να ...πλησιάσω την μεγάλη μου αγάπη , και τα κατάφερα , αβοήθητος , χωρίς την παραμικρή γνώση μουσικής , με μόνο εφόδιο το ένστικτό μου , κατάφερα να μάθω να παίζω αυτό το μικρούλι μα τόσο παθιάρικο και γλυκό οργανάκι , τη φυσαρμόνικα....

Αλλά το πάθος μου , να μάθω μουσική ήταν ...ασίγαστο , αλλά και...το όνειρό μου...έμενε...ανεκπλήρωτο , γιατί στο χωριό μας , δυστυχώς , ούτε μουσική παράδοση υπήρχε αλλά ούτε και μουσική παιδεία , και φυσικά ο δάσκαλος μουσικής ήταν τότε κάτι ...αγνωστο γιά την περιοχή μας , ύστερα ήταν τόσο δύσκολα τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια , που αν ανέφερες κάτι σχετικό θα σε παίρναν...γιά...τρελλό.....και με το δίκιο τους , ίσως....

Εγώ φυσικά το βιολί μου , η μάλλον την φυσαρμόνικά μου , στο μαγαζί του πατέρα μου που ...δούλευα , δεκάχρονο παιδάκι , έκανα τα μουσικά μου...διαλείμματα , όταν δεν είχαμε δουλειά , κλαθένας με την ...τρέλλα του , που λένε , ο πατέρας μου τόβλεπε με καλό μάτι το...κουσούρι μου αυτό , αλλά δεν μπορούσε να κάνει και κάτι γιά να μεβοηθήσει , αφού σχολή μουσικής δεν υπήρχε....με ενθάρρυνε όμως να ασχολούμαι έστω με το φυσαρμονικάκι μου .....

Προχωρημένη άνοιξη του 1955 , δωδεκάχρονο παιδί τότε εγώ , άρχισε να έρχεται σαν ελεγκτής του ΚΤΕΛ , ένας νεαρός Σαλωνίτης ο Κώστας Πρέκας , έτσι τον ήξερα τότε , γιατί φέτος μετά από 54 χρόνια , έμαθα ότι το Πρέκας ήταν παρατσούκλι , και το επίθετό του είναι Κοντογιώργος , ο Κώστας λοιπόν , ήταν ...επίλεκτο στέλεχος της φιλαρμονικής της Άμφισσας , νομίζω τρομπετίστας , παθιασμένος κι' αυτός με τη μουσική , εγώ βέβαια δεν το γνώριζα , μιά μέρα όμως που έκανα το...μουσικό μου διάλειμμα , στο εργαστήριο του μαγαζιού μας ( ζαχαροπλαστείο στο Αλωνάκι ) άκουσε το...ρεσιτάλ μου και ρώτησε τον πατέρα μου , ποιός παίζει φυσαρμόνικα μπάρμπα Θύμιο ; και ο πατέρας μου του εξήγησε ότι ..ο μικρός είναι τρελλός και παλαβός με τη μουσική αλλά δυστυχώς δεν μπορούμε να τον βοηθήσουμε , και ως από...μηχανής Θεός ο Κώστας προσφέρθηκε να μου κάνει κάθε μεσημέρι , που ερχόταν στο Λιδορίκι , μιά ώρα μάθημα , αφιλοκερδώς φυσικά , κι' έτσι άρχισα να μαθαίνω τα πρώτα στοιχεία της μουσικής...

Μούφερε και ένα βιβλίο μουσικής του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΠΟΤΕΤΖΑΓΙΑ , δάσκαλου-αρχιμουσικού της μπάντας , και έπεσα με τα μούτρα στη μελέτη , ενώ ο ...δάσκαλός μου , ήταν κατενθουσιασμένος με την πρόοδο του...μαθητή του....κι' όταν ο πατέρας μου ρωτούσε γιά την...πρόοδό μου του μίλαγε με τα καλύτερα λόγια , γιατί έβλεπε το πάθος μου και την προσπάθειά μου ...Κάπου εκεί ..τον Μάιο του 1955 , αφού ο΄...δάσκαλος έπλεκε το εγκώμιό μου , ο πατέρας μου μου ανακοίνωσε με μεγάλη του χαρά πως μετά από σύμφωνη ..γνώμη και του...δασκάλου μου , αποφάσισε να μου κάνει δώρο ένα...ακκορντεόν....που θα μου τόφερνε ένας αγαπημένος ξάδερφος του πατέρα μου , Κώστας Καψάλης κι' αυτός , που έμενε στην Αθήνα κι' ερχόταν κάθε καλοκαίρι στο χωριό την πρώτη Αυγούστου...

Καταλαβαίνετε βέβαια τη χαρά μου , αλλά και την ανυπομονησία μου , δεν περνούσε ο καιρός , ζούσα με το όνειρο της πρώτης Αυγούστου , δεν υπηρχε τίποτα άλλο γιά μένα , έκανα δε χίλια όνειρα γιά το ακκορντεόν , φανταζόμουνα το χρώμα του , το σχήμα του , μέρα-νύχτα το μυαλό μου ήταν σ' αυτό , ζούσα μόνο και μόνο γιά τη μεγάλη μέρα....μέτραγα τις ώρες , τις μέρες και μόλις μπήκε κι' ο Ιούνιος , δεν μπορούσα πιά να σκεφτώ τίποτ' άλλο , παρά μόνο το ...ακκορντεονάκι μου , έλα όμως που μεταξύ...Ιουνίου και...Αυγούστου υπάρχει και ο ...θλιβερός...Ιούλιος....

Στις 17 Ιουλίου , ανήμερα της Αγίας Μαρίνας , σκοτώθηκε ο πατέρας μου , κι' όλα ξαφνικά ...έσβυσαν....η οικογένειά μου βυθίστηκε στο πένθος , εγώ , παιδι ακόμα , έχασα τον καλύτερό μου...φίλο , ναι ο πατέρας μου ήταν ο καλύτερος φίλος μου , κι' είχα και μιά άλλη βαθειά πληγή στην παιδική μου ψυχή , το όνειρο της μουσικής , του ακκορντεόν......

Τέτοιες ώρες...τέτοια λόγια , εδώ ήρθαν τα πάνω κάτω , ποιός μπορούσε να σκεφτεί το δικό μου...καημό...ύστερα η ηθική της...επαρχίας δεν ..επέτρεπε τέτοιες...παρεκκλήσεις....κι' έτσι το όνειρο έμεινε...όνειρο , και μετά το αγκάθι του θανάτου του πατέρα μου , κι' άλλο ένα αγκαθάκι καρφώθηκε στην παιδική μου ψυχή κι' έμεινε εκεί..καρφωμένο για...πάντα....

Ο πρώτος καιρός περνούσε πολύ δύσκολα , ευτυχώς είχαμε το μαγαζί και απασχολιόμουνα εκεί , μούλειπε όμως πολύ οπατέρας μου αλλά κι' η φυσαρμόνικά μου , η μεγάλη παιδική μου αγάπη , βέβαια το να επιχειρήσω να...παίξω ήταν απ' τ'άγραφα....και κάποτε που το αποτόλμησα , κρυφά , η μάνα μου μούσουρε , και με το δίκιο της , ουκ..ολίγα.....Το ακκορντεόν βέβαια δεν έφυγε ποτέ απ' το μυαλό μου , μόνο που η σχέση μου μαζί του είχε...μεταλλαχθεί...κι' ενώ , κυριολεκτικά , το..λάτρευα , κάτι με ..απωθούσε , προσπαθούσα να μη το σκέπτομαι καν , όταν όμως άκουγα ακκορντεόν έννοιωθα ένα δυνατό σφίξιμο στην ψυχή μου , πονούσα....

Περνούσαν τα χρόνια , ασχολιόμουνα με τη φυσαρμόνικά μου , την είχα κρυφή μου συντροφιά στις λύπες και τις χαρές μου , αλλά το ακκορντεόν έμεινε ..όνειρο , και μιά βαθειά πληγή ταυτόχρονα που πότε-πότε αιμορραγούσε και μέ 'κανε να πονάω , να υποφέρω , πολλές φορές ..αβάσταχτα ....Καλοκαίρι του 2005 , πενήντα ακριβώς χρόνια απ' τον...τραυματισμό μου , βρέθηκα μιά μέρα στο Περιστέρι , κοντά στο σπίτι του μπάρμπα Κώστα , που θα μούφερνε το ακκορντεόν , και...έφυγε ένα χρόνο μετά τον πατέρα μου , και σκέφτηκα να περάσω να δω τον γιό του , ξάδερφό μου , χτύπησα το κουδούνι , δεν απάντησε κανείς , βγηκε όμως απ' τον πάνω όροφο ένα νεαρό ζευγάρι και με ρώτησαν ποιόν ζητάω , τους εξήγησα ότι είμαι ξάδερφος του Μάκη του Καψάλη και τότε ο νεαρός μου είπε πως αυτός είναι γιός του Γιάννη , του αδερφού του Μάκη , και φυσικά ξαδέρφου μου , με κάλεσαν επάνω , ανήψια μου..βλέπεις , γνωριστήκαμε και πιάσαμε την κουβέντα .

Κάποια στιγμή έπεσε το μάτι μου σε μιά φωτογραφία , ενός νεαρού που έπαιζε ακκορντεόν , η καρδιά μου...σφίχτηκε , το παλιό πάθος...αναβίωσε , ρώτησα τον Αλέξανδρο ποιός είναι στη φωτογραφία και μου είπε πως ήταν αυτός .Τον ρώτησα αν παίζει ακκορντεόν και μου απάντησε πως το ακκορντεόν αυτό έχει μιά παλιά...περίεργη...ιστορία...του ζήτησα να μου την πει και πράγματι μου εξήγησε πως , πριν χρόνια , ψάχνοντας σε κάποια ντουλάπα , βρήκε καταχωνιασμένο ένα άθικτο , μικρό ακκορντεόν , που δεν ανήκε σε κανένα απ' την οικογένειά του , γιατί κανένας δεν ήξερε να παίζει , ρώτησε τον πατέρα του σχετικά κι' αυτός του απάντησε με μισόλογα...δεν ...ξέρω ..είναι μιά παλιά..περίεργη...ιστορία...ρώτα τον παππού να σου πει....

Ρώτησε και τον παππού αλλά ούτε αυτός του είπε κάτι..ξεκάθαρο , κι' αυτός ..μισόλογα , ξέρεις...είναι ξένο...και κάτι ..τέτοια.....άστο΄...καλύτερα ..άλλη φορά , αλλά αν το θέλεις να μάθεις ...πάρτο...Ο ανηψιός μου χωρίς να ξέρει βέβαια την ιστορία , μου είπε , δεν μπορώ να καταλάβω βρε θείε , πολύ...μυστήριο μ' αυτό το ακκορνεόν , τι κρύβετε πίσω ; αναγκάστηκα να του αφηγηθώ την ιστορία του...μοιραίου αυτού...ακκορντεόν , τάχασε , δεν το πίστευε , και θα μπορούσα να πω ...συγκινήθηκε , ( εγώ ...να δείτε...) , τον ρώτησα αν υπάρχει ακόμα και μου τόφερε , ένα μικρό Ιταλικό , παλιό ακκορντεονάκι , που πενήντα χρόνια κράταγε...μέσα του κλεισμένο το όνειρο της...ζωής μου που...έμεινε γιά πάντα...όνειρο.....

Δύσκολη μέρα φίλοι μου αγαπημένοι η 17η ..Ιουλίου.....και φοβάμαι πως η μέρα αυτή θάναι...δύσκολη γιά όλη μου τη ..ζωή.....όσο για το...αγκαθάκι...δεν τα κατάφερα νατο βγάλω απ' την ψυχή μου...ίσως όμως και να μη...τόθελα κατά...βάθος........... Κ.-



23.1.09

ΤΑ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΣΗΜΑΚΗ..

ΤΑ ..ΚΑΝΤΑΙΦΙΑ..

image

Φαντασθείτε αδέρφια 21 τέτοια κομμάτια..κανταίφια΄!!!

Έχουμε ξαναμιλήσει , αγαπημένοι μου φίλοι , γιά τον σχωρεμένο πιά , Ασημάκη Ταράτσα , απ' τις Καρούτες , που γιά πολλά-πολλά χρόνια ήταν απ' τις...δεσπόζουσες φυσιογνωμίες της Λιδορικιώτικης ζωής .

Μέτριο ανάστημα , λιγόσαρκος αλλά σκληραγωγημένος και...σκληροδουλεμένος , ο Ασημάκης , είχε κάμποσα ζωντανά , γίδια μάλλον , τα τσοπάνευε μοναχός του , ήταν βλέπεις και..μπεκιάρης , αλλά πως τα κατάφερνε , πως τα..βόλευε , τις περισσότερες ώρες τις πέρναγε στο Λιδορίκι , και κυρίως εκεί..γύρω απ' τη Βαθειά , συντροφιά του ; ..μιά μπουκάλα μπύρα , συνήθως η και ..ούζου , και έπαιζε και..βουβή μουσική , μ'ένα δικό του , εντελώς περίεργο τρόπο και...όργανο .

Έβαζε τις ανοιχτές παλάμες του τη μιά κοντά στιη άλλη , ακουμπώντας το μικρό δαχτυλάκι της μιάς στον αντίχειρα της άλλης , έτσι ανοίγωντας τα δάχτυλά του και βάζοντας τον πάνω αντίχειρα στο στόμα του , δήθεν σαν ..όργανο , έπαιζε..κλαρινο..φλογέρα , βγάζοντας με το στόμα ένα ..περίεργο ..μουγγριτό , που υποτίθεται πως ήταν μουσική..κλαρίνου..

Οι ..φιλόμουσοι και το..φιλοθεάμον κοινό , της Βαθειάς , και φυσικά οι συνήθεις..ύποπτο..ζευζέκηδες , του χώρου , φυσικά και έκαναν..Πάσχα , γιατί η πλάκα δεν είχε τελειωμό , αλλά κι' αν ..χαλάρωνε λίγο η κατάσταση , όλο και κάποιος βρισκόταν να ρίξει..λάδι στη φωτιά , γιά να ..φουντώσει..

Αμέτρητες οι στορίες του φίλου μας του Ασημάκη , και με..ποικιλία θεματολογική , ό,τι πιό απίθανο μπορείτε να φαντασθείτε , ήταν..παιχνιδάκι γιά το φίλο μας , σωστός..πεχλιβάνης , μόνο..σίδερα δεν ..μάσαγε , κατά τα άλλα..ξεπάστρευε τα..πάντα , οπως λέμε..έτρωγε τα πάντα..πλην..ανθρώπων , με προτίμηση στα..ωμά ..φυσικά προιόντα , κρέατα , πουλερικά (..κότες , καρακάξες κλπ ) έστω και..ακαθάριστα , με τα ..φτερά τους ..βέβαια και τα..μαγειρεμένα δεν τα παραμέραγε , κι' αυτά τα..βόλευε..

Να σας δώσουμε όμως μερικά χαρακτηριστικά του στοιχεία , έτσι γιά να'χετε μιά..εικόνα του , όπως είπαμε ήταν μάλλον λιγόσωμος , γύρω στο 1.70 , ξερακιανός , με ροδοκόκκινο , λιοκαμένο πρόσωπο , και καλογυμνασμένο , απ' τη δουλειά , σώμα , ενδυματολογικά είχε εντελώς δικό του..στυλ , είχε προτίμηση , και είχε καθιερώσει το στυλ-μιλιτέρ , φορώντας πάντα , στρατιωτικές αρβύλες , 3-4 μούμερα μεγαλύτερες , γιά τους...κάλους , λυτές , χωρίς ..κορδώνια , και απροσδιορίστου , λόγω..λάσπης , σκόνης και..λεκέδων , χρώματος , μάλλινη πλεχτή μπλούζα-φανέλα , παντελόνι εργατικό , ντρίλινο η κάτι παρόμοιο , αλλά το ..χαρακτηριστικό του , ήταν η χακί στρατιωτική του χλαίνη , που φυσικά ήταν κι' αυτή..μοντελάκι , ποικιλό..χρωμο , αλλά..μοναδική , γιατί ήταν πολλαπλής ..χρήσεως , μάλιστα όπως το διαβάζετε , ήταν μιά συνηθισμένη μεν στρατιωτική χλαίνη , αλλά με τις..μετατροπές που της είχε κάνει ο Ασημάκης , ήταν ένα..σπάνιο ..εργαλείο...θα σας εξηγήσω πιό κάτω..

Τη χλαίνη του λοιπόν τη φορούσε ...μάγκικα , κατά τα παλιά..κουτσαβακίστικα πρότυπα , όχι βέβαια γιά...μαγκιά , όοοχι , αλλά γιά πρακτικούς λόγους , φορούσε λοιπόν μόνο το δεξί μανίκι , και το αριστερό , που..κρεμόταν , το 'χε κάτω-κάτω δεμένο με σκηνή , κάνοντάς το κάτι σαν ..σακούλα , μέσα εκεί λοιπόν , αποθήκευε , όλα τα..τροφίματα , που τον φιλεύανε , ένα κομμάτι τυρί , ψωμί , ντομάτες , κρεμύδια , κομμάτια κρέας , κεφαλάκια αρνίσια , ωμά..φυσικά , κι' ότι άλλο φαγώσιμο βάλει ο νους σας , τα 'ριχνε μέσα , και όταν πείναγε έβαζε το δεξί του χέρι , που κράταγε φορεμένη και τη χλαίνη , κι' έβγαζε ότι ..τράβαγε η όρεξή του , τόοοοσο απλά...

Οι εξωτερικές τσέπες της χλαίνης , είχαν κι' αυτές το..ρόλο τους , εκεί ήταν το...κελάρι , όλο και κάποια μπουκάλα αναπαυόταν μέσα , χωρίς βέβαια να αποκλείεται και η ..αποθήκευση φαγώσιμων , απ' όλα είχε ο μπαξές , που λέμε ...και το θέαμα , την ώρα του φαγητού , όπως καταλαβαίνετε , ήταν...απερίγραπτο , ανεπανάληπτο , ΜΟΝΑΔΙΚΟ , αλλά διατί να το..κρύψωμεν .όμως , όχι και..ιδιαιτέρως..ορεκτικό ..τέλος πάντων..

Ο φίλος μας λοιπόν , κατά καιρούς παρουσίαζε καινούργια..κόλπα και..χούγια , μιά περίοδο , και..μακριά-μακριά , μάλιστα , το 'χε ..γυρίσει στα ..στοιχήματα , μάλιστα , βλέπετε το κράτος δεν είχε ακόμα ..φροντίσει να λύσει το πρόβλημα των..τζογαδόρων , και άρχισε λοιπόν κάθε μέρα , σχσεδόν , να στοιχηματίζει με όποιον του τύχαινε , μόνο που τα στοιχήματα γίνονταν πάνω σε συγκεκριμένο ..είδος , σχεδόν πάντα σε..φαγώσιμα .

Μιά μέρα έβαλε στοιχημα να φάει ένα καφάσι μανάβικο μήλα , όχι..τελαράκι , απ' τα σημερινά , αλλά καφάσι , απο 'κείνα τα..βαθειά , το στοίχημα το 'βαλε με το Λάκη τον Πάζα και τον Μποβιατσογιώργο , αν θυμάμαι καλά , του καθαρίζανε , δηθεν , τα μήλα κι' ο Ασημάκης τα..καταβρόχθιζε , βέβαια του κάνανε και..ζαβολιές , που και που του καθαρίζαν και καμιά πατάτα , λες και δεν θα το καταλάβαινε ο Ασημάκης , αυτός την δάγκωνε καλά-καλά , γύρναγε και τους έλεγε..ετούτ' είνι..πατάκα , αλλά δεν πειράζ' , ου καλός ου μύλους τ' αλέθ' ..ούλα , και..συνέχιζε , και φυσικά κέρδιζε και το ..χρήμα , γιατί στο στοίχημα έμπαινε και..χρήμα...

Ένα πρωί , ο Ασημάκης ήρθε στην Τράπεζα γιά να κόψει διατακτική γιά ζωοτροφές , με τη χλαίνη , με τη γκλίτσα κι' όλα τα...αξεσουάρια του , μας είπε τα σχετικά του , και τελειώνοντας έριξε και τη..σπόντα του , απευθυνόμενος σε μένα :...Ξάδιρφι , θα ..βάλουμ' κανα..στοίχ'μα ; ..Και δε βάζουμε του απάντησα , γελώντας , και ξέροντας το..χούι του , ιντάξ' μ' απαντάει , τι ώρα σχουλάτι ; του απάντησα , και αμέσως έκλεισε η ..συμφωνία , θα με περίμενε το μεσημέρι , μετά το σχόλασμα στ' Αλωνάκι , στο Θανάση το Φαλίδα , γιά να βάλουμε στοίχημα κανταίφια...

Εγώ βέβαια , με τη δουλειά , το ξέχασα τελείως το ...ραντεβού , αλλά περνώντας απ' τ' Αλωνάκι , γιά να πάω σπίτι , ακούω...ξάδιρφι...ξάδιρφι..ήταν ο Ασημάκης κάτω απ' τον ίσκιο μιάς μουριάς και..περίμενε το..θύμα , εμένα δηλαδή , προς στιγμήν κοντοστάθηκα , το 'χα ήδη ξεχασμένο , αλλά τι να κάνω , που με φώναζε , παρέα μου ήταν και δυό συνάδελφοι που πήγαιναα γιά φαγητό στον Τσελεμεντέ , πάμε , μου λένε , θα γίνει..χαβαλές , άλλο που δεν ήθελα και γω , και..τραβήξαμε γιά το ζαχαροπλαστείο ...

Εδώ όμως φίλοι μου πρέπει να σας πω , πως όλα αυτά γίνονταν την δεκαετία του '60 , εν...Λιδορικίω φυσικά , και εν..μηνί ΙΟΥΛΙΩ , ντάλα μεσημέρι με ..σαράντα υπό σκιάν , ο ιδρώτας έτρεχε ποτάμι , κι' εμείς το...χαβά μας , πως λέμε τα..παιδία ..παίζει ..

Στρωνόμαστε λοιπόν κάτω απ' τη μουριά , οι συνάδεφοι , ο Ασημάκης κι' εγώ , και άρχισαν να μαζεύονται και οι..συνήθεις..χαβαλο..περίεργοι , γιά να κάνουν χάζι , ξεκινήσαμε πρώτα-πρώτα , με το στοίχημα , ο Ασημάκης έπρεπε να φάει μισό ταψί κανταίφια , όπως το διαβάζετε , μάλιστα μόνος του έκανε την πρόταση : Μ'σό...νταβά..κανταίφια και ένα..κατοστάρικο , το έπαθλο...κάποιος απ΄την παρέα πρότεινε ένα ..νταβά , αλλά ο Ασημάκης ήταν ..σταθερός , μ'σό..νταβά κ' ένα..κατουστάρ'κου...η συμφωνία έγινε και το στοίχημα...μπήκε...

Γιά να έχετε και ..πλήρη εικόνα της..κατάστασης , σας αναφέρω πως ου..μ'σός νταβάς , ιέχει 21 κουμάτια κανταίφια , γιά ..σκεφτείτε το , Σαράντα υπό..σκιάν , ντάλα μεσημέρι και να φας 21 κανταίφια , γίνεται ; εμ...δεν..γίνεται , κι' όμως..έγινε !!!

Έφερε ο σχωρεμένος ο Θανάσης το..πράμα , τα 21 κανταίφια , έφερε κ' ένα δίσκο με..νερά , ο Ασημάκης βέβαια δήλωσε ...ρητά :...νιρό δε...θέλου..., έφερε και ένα κουταλάκι κι' ένα πηρουνάκι , το κουταλάκι γιά το...σιρόπι , καθήσαμε όλοι ολόγυρα , εν τωμεταξύ είχαν μαζευτεί κι' άλλοι , σχεδόν περισσότεροι απ' τα...κανταίφια , και δόθηκε το..εναρκτήριο..σύνθημα , κι' ο Ασημάκης άρχισε το..κανταιφο..φάγωμα , ήρεμα - ήρεμα , αργά-αργά , και...σταθερά ..

Εγώ όμως ..χοροπάταγα , ξέροντας τι σημαίνει ..κανταίφι , ..πραγματικό..μολύβι , νοιώθοντας την αφόρητη ζέστη , και φέρνοντας στο μυαλό μου..διάφορες ..σκηνές , π.χ. τελειώνοντας το..φαγοπότι και φεύγοντας γιά Καρούτες μέσα στη ζέστη , να πάθει τίποτα ο Ασημάκης και θα 'χω το κρίμα στο λαιμό μου..με' πιασε κρύος ιδρώτας , πάγωσα , όλα αυτά που σκέφτηκα πέρναγαν σαν ..ταινία μπροστά στα μάτια μου , είχα αφαιρεθεί τελείως..σκεφτόμουνα όλα αυτά , γυρνάω κοιτάζω τον Ασημάκη , τον βλέπω μιά...χαρά , τσάκιζε τα κανταίφια..με..ρυθμό και ..τάξη , σιρόπια όχι , μάλιστα τα..τίναζε , κι' όταν ο Χρήστος ο Μουστάκας , ο συνάδελφος , του πρόσφερε..νερό , ο Ασημάκης απάντησε : ουόχι..νιρό δε..πίνου , γιατ' θα...φουσκώσ΄νι τα ..κανταίφια , σωστός..μελετημένος !!

Εγώ όμως απ' τη μεριά μου , πέρναγα ..δύσκολες στιγμές , έβλεπα τα ..οράματα που σας είπα πριν , κι' άρχισα να νοιώθω πολύ-πολύ..άσχημα , είχα ήδη αρχίσει να αισθάνομαι..ένοχος , γιά κάτι που φυσικά δεν είχε..ακόμα γίνει , εν τω μεταξύ ο ιδρώτας όλων μας , και του Ασημάκη φυσικά , έτρεχε..ποτάμι , μόνο που ο δικός μου ήταν...κρύος , απ' το..φόβο μου , γιά το τι θα γινόταν ..μετά...

Ο..νταβάς , εν τω μεταξύ , άδειαζε , κοίταζα τον Ασημάκι , τον έβλεπα μιά ..χαρά , αλλά σκεφτόμουνα το...μετά , τι θα γένει μετά , φεύγοντας γιά ..Καρούτες ; κι άν πάθει κάτι , ποιός θα φταίει ; εγώ φυσικά , τότε μίλησα στον Ασημάκι , που συνέχιζε..ατάραχος , Ασημάκη , δεν πειράζει , σταμάτα , το κέρδισες το στοίχημα , σταμάτα ...

Αυτός συνέχιζε ήρεμα - ήρεμα , κανταίφια είχαν πιά μείνει ελάχιστα , κι' αντί να ιδρώνει ο ..Ασημάκης , ..ίδρωνα εγώ , του ξαναμίλησα , πιό..πειστικά , εντάξει Ασημάκη , κέρδισες κι' έβγαλα και το κατοστάρικο , πάρτο , του είπα , αλλά αφού τον είδα που δεν σταμάταγε , αναγκάστηκα να του εξηγήσω το λόγο , αλλά αυτός τίποτα..

Κάποια στιγμή ..σώθηκαν τα κανταίφια , ο Ασημάκης ..θριαμβευτικά..τσάκωσε και το..κατοστάρικο , εγώ όμως..καθόμουνα σ' αναμμένα κάρβουνα , το μυαλό μου ..εκεί , στο ...μετά , οπότε αναγκάστηκα να του μιλήσω ..ανοιχτά πιά , βρε Ασημάκη , αισθάνεσαι καλά , νοιώθεις καλά , θα μπορέσεις να πας στο χωριό ; πως αισθάνεσαι ; Εκείνος έβαλε το κατοστάρικο στην τσέπη , ήρεμε - ήρεμα , και απαντώντας στην ερώτησή μου αν αισθάνεται καλά , μου απάντησε :..Ωρε..νιά χαρά είμι , να κοίτα , και χάιδεψε την κοιλιά του , τήρα ..κλουπακάει , βάζουμι αλλ' ν' ένα...στοίχ΄μα ; και τότε αδέρφια έπεσα εγώ...ξερός , ο δε Ασημάκης ξεκίνησε στο καταμεσήμερο γιά τις Καρούτες , όπου έφτασε μιά χαρά , εμένα βέβαια , μέχρι την άλλη μέρα που τον ξαναείδα , ακμαίο και..δυνατό , η ψυχή μου πήγε χίλιες φορές στην ..κούλουρη , αλά τέλος..καλό , όλα ...καλά , ο καυμένος ο Ασημάκης , γλύτωσε απ' τα...κανταίφια , έζησε αρκετά χρόνια μετά και χάθηκε , μετά ..από χρόνια , και βρήκε τραγικό..θάνατο..Θεός σχωρέστον , το φίλο τον Ασημάκη , κάποια άλλη φορά θα πούμε γιά άλλα κατορθώματά του...

Καλό σας βράδυ.....Κ.-

18.1.09

TO ΣΗΜΑΔΙ..

 

image

 

Του Μάη τ’ αστέρι άργησε

σημάδι να μας δώσει ..

κι’ ο πόνος ήρθε χάραμα ,

λίγο πριν ξημερώσει..

 

Κάμε ψυχή μου υπομονή ,

σαν ξημερώσει η μέρα ..

θα λάμψει ο ήλιος ττο πρωί

θα έχει γάλα το παιδί

χαμόγελο η μητέρα..

 

Ήρθαμε μόνοι στη ζωή

και ζήσαμε μονάχοι ,

χαμένοι μεσοπέλαγα..

σαν ξεχασμένοι βράχοι .

 

Τα όσα ονειρευτήκαμε

τα θάψαμε στο χώμα ,

μα ‘μειν’ ο πόνος στη καρδιά

κι’ η πίκρα μες στο στόμα …

 

Τους δρόμους που βαδίσαμε

τους σκέπασε η σκόνη ,

τα χνάρια μας χαθήκανε

στο παγωμένο ..χιόνι..

 

Τα χρόνια μας βαθειές πληγές ,

αγιάτρευτα ..σημάδια ,

σαν τις παλιές μας συντροφιές

τα ονειρεμένα ..βράδια …

 

Κάμε καρδιά μου υπομονή…

στου χρόνου το ποτάμι ,

κάπου θα βρούμε μια στεριά

να ξαποστάσει η καρδιά ,

καλοκαιριά θα κάμει……..Κ.-

 

Λιδορίκι 16-18/ 1 - 2009

13.1.09

Π Α Ρ Α Π Ο Ν Ο ....

 
IMG0030

Τώρα που αρχίζω να μαθαίνω τη ζωή ,

στερεύει , φεύγει ..χάνεται , ο χρόνος ,

άλλοτε ο χρόνος , ήτανε μονάχα μια στιγμή ,

μα τώρα , μια στιγμούλα μοναχά ειν’ ένας χρόνος .

 

Τα μονοπάτια , που περπάτησα ..παιδί ,

με συντροφιά , φίλους παλιούς , αγαπημένους ,

στ’ αγκάθια πνίγηκαν , σχεδόν έχουν..χαθεί ,

σαν τους ανθρώπους , που τους έχουν ξεχασμένους .

 

Κι’ αυτές μου οι αγάπες , λες δεν ..έζησαν ποτές ,

σαν τα πουλιά , περάσαν , φύγαν και..χαθήκαν ,

μιάς καταιγίδας βιαστικής , βροντές και αστραπές..

μόνο για λίγο , στο δικό μου ουρανό..σταθήκαν..

 

Τώρα που αρχίζω να μαθαίνω τη ζωή

λες και γνωρίζω , νέες , όμορφες πατρίδες ,

ένα χοντρό βιβλίο , δίχως τέλος και..αρχή

κι’ έχω διαβάσει , μόνο λίγες του… σελίδες………Κ.-

 

 

Αθήνα 11-01-2009

12.1.09

ΤΟ ΤΕΛΕΙΩΜΑ ΤΗΣ ΜΕΡΑΣ...

 

 

 

 

Το ηλιοβασίλεμα με γεμίζει θλίψη ,

καθώς οι λιγοστές αχτίδες του ήλιου ,

γέρνουν και χάνονται , στης φλογισμένης λίμνης τα νερά...

χαράζοντας ένα ασημόχρυσο παραμυθένιο μονοπάτι...

άραγε ποιός να ξέρει που τάχα..οδηγεί !! .......Κ.-

4.1.09

Π Ρ Ω Τ Ο Χ Ρ Ο Ν Ι Α ...




Κάτω στη Γάζα , φέτος δεν θα ‘ρθεί πρωτοχρονιά
σκόνταψε ο χρόνος , στών παιδιών τα άψυχα κορμάκια
που παίζανε ανέμελα , εκεί στη φτωχική τους γειτονιά ,
σαν ήρθαν απ’ τον ουρανό , τα ανθρωπόμορφα γεράκια .

Δεν θα χτυπήσει απόψε γιορτινά , του κόσμου η καμπάνα ,
Ο χρόνος δε θα πάψει , ούτε στιγμή τον πόνο να μετράει ,
καθώς , τα βήματα στις ερημιές θα σέρνει , η μαύρη μάνα ,
που στις αλάνες να’ βρει το χαμένο το παιδί της τριγυρνάει . ....Κ.-
Λιδορίκι 1-1-2009